带领 έννοια και προφορά

带领
Απλοποιημένη λέξη
帶領
Παραδοσιακή λέξη

带领 ελληνικός ορισμός

dài lǐng

  • οδηγω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (dài): ζώνη
  • (lǐng): περιλαίμιο