干燥 έννοια και προφορά

干燥
Απλοποιημένη λέξη
幹燥
Παραδοσιακή λέξη

干燥 ελληνικός ορισμός

gān zào

  • στεγνός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gàn): στεγνός
  • (zào): στεγνός