感情 έννοια και προφορά

感情
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

感情 ελληνικός ορισμός

gǎn qíng

  • συναισθημα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gǎn): έννοια
  • (qíng): κατάσταση

Παραδείγματα ποινών με 感情

  • 他的表演感情非常丰富。
    Tā de biǎoyǎn gǎnqíng fēicháng fēngfù.