感
感 ελληνικός ορισμός
gǎn
- έννοια
gǎn
- έννοια
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 感
-
我感冒了,要吃点儿药。
Wǒ gǎnmàole, yào chī diǎn er yào. -
他对音乐极感兴趣。
Tā duì yīnyuè jí gǎn xìngqù. -
我对中国文化很感兴趣。
Wǒ duì zhōngguó wénhuà hěn gǎn xìngqù. -
这种感冒药对我没什么作用。
Zhè zhǒng gǎnmào yào duì wǒ méi shénme zuòyòng. -
这是一个感人的爱情故事。
Zhè shì yīgè gǎnrén de àiqíng gùshì.
Λέξεις που περιέχουν 感, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 感冒 (gǎn mào) : κρύο
- 感兴趣 (gǎn xìng qù ) : ενδιαφέρομαι για
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 感动 (gǎn dòng) : κίνηση
- 感觉 (gǎn jué) : αφή
- 感情 (gǎn qíng) : συναισθημα
- 感谢 (gǎn xiè) : ευχαριστώ
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 感激 (gǎn jī) : ευγνώμων
- 感受 (gǎn shòu) : αφή
- 感想 (gǎn xiǎng) : σκέψεις
- 敏感 (mǐn gǎn) : ευαίσθητος
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 反感 (fǎn gǎn) : αντιπάθεια
- 感慨 (gǎn kǎi) : στεναγμός
- 感染 (gǎn rǎn) : μόλυνση
- 灵感 (líng gǎn) : έμπνευση
- 性感 (xìng gǎn) : λάγνος