执照 έννοια και προφορά

执照
Απλοποιημένη λέξη
執照
Παραδοσιακή λέξη

执照 ελληνικός ορισμός

zhí zhào

  • άδεια

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhí): περίμενε
  • (zhào): σύμφωνα με