批判 έννοια και προφορά

批判
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

批判 ελληνικός ορισμός

pī pàn

  • κριτική

HSK level


Χαρακτήρες

  • (pī): σύνολο παραγωγής
  • (pàn): δικαστής