拳头 έννοια και προφορά

拳头
Απλοποιημένη λέξη
拳頭
Παραδοσιακή λέξη

拳头 ελληνικός ορισμός

quán tou

  • γροθιά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (quán): γροθιά
  • (tóu): κεφάλι