按时
按時
按时 ελληνικός ορισμός
àn shí
- στην ώρα
àn shí
- στην ώρα
HSK level
Χαρακτήρες
Παραδείγματα ποινών με 按时
-
我按时完成了任务。
Wǒ àn shí wánchéngle rènwù.