提供 έννοια και προφορά

提供
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

提供 ελληνικός ορισμός

tí gōng

  • προμηθεύω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tí): αναφέρω
  • (gōng): για

Παραδείγματα ποινών με 提供

  • 图书馆为大家提供了安静的阅读环境。
    Túshū guǎn wéi dàjiā tígōngle ānjìng de yuèdú huánjìng.