提
提 ελληνικός ορισμός
tí
- αναφέρω
tí
- αναφέρω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 厗 : old stone or mineral, possibly related to antimony Sb 銻|锑[ti1];
- 啼 : to cry; to weep aloud; to crow; to hoot;
- 媞 : used as phonetic; female name;
- 禔 : well-being;
- 稊 : grass; tares;
- 绨 : coarse greenish black pongee;
- 缇 : orange-red silk; orange-red colored;
- 荑 : (grass);
- 蹄 : hoof; pig's trotters;
- 醍 : essential oil of butter;
- 题 : ερώτηση
- 騠 : spirited horse;
- 鳀 : anchovy;
- 鶗 : a kind of hawk;
- 鹈 : pelican;
Παραδείγματα ποινών με 提
-
你数学成绩提高了不少。
Nǐ shùxué chéngjī tígāo liǎo bù shǎo. -
人们的生活水平有了很大的提高。
Rénmen de shēnghuó shuǐpíng yǒule hěn dà de tí gāo. -
经过多年的积累,他的语言水平有了很大提高。
Jīngguò duōnián de jīlěi, tā de yǔyán shuǐpíng yǒule hěn dà tígāo. -
他提出了很多有用的建议。
Tā tíchūle hěnduō yǒuyòng de jiànyì. -
随着经济的发展,人们的生活有了很大的提
Suízhe jīng jì de fǎ zhǎn, rénmen de shēnghuó yǒule hěn dà de tí
Λέξεις που περιέχουν 提, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 提高 (tí gāo) : βελτιώσει
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
-
提 (tí): αναφέρω
- 提供 (tí gōng) : προμηθεύω
- 提前 (tí qián) : εκ των προτέρων
- 提醒 (tí xǐng) : υπενθυμίζω
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 提倡 (tí chàng) : προάγω
- 提纲 (tí gāng) : περίγραμμα
- 提问 (tí wèn) : κανε ερωτησεις
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 前提 (qián tí) : προϋπόθεση
- 提拔 (tí bá) : προωθείται
- 提炼 (tí liàn) : διύλιση
- 提示 (tí shì) : προτροπή
- 提议 (tí yì) : πρόταση