提前 έννοια και προφορά

提前
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

提前 ελληνικός ορισμός

tí qián

  • εκ των προτέρων

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tí): αναφέρω
  • (qián): πριν

Παραδείγματα ποινών με 提前

  • 我们提前完成了任务。
    Wǒmen tíqián wánchéngle rènwù.
  • 请大家注意,会议的时间提前了。
    Qǐng dàjiā zhùyì, huìyì de shíjiān tíqiánle.