擅自 έννοια και προφορά

擅自
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

擅自 ελληνικός ορισμός

shàn zì

  • ανεξουσιοδότητος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shàn): καλός σε
  • (zì): από