方位 έννοια και προφορά

方位
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

方位 ελληνικός ορισμός

fāng wèi

  • θέση

HSK level


Χαρακτήρες

  • (fāng): τετράγωνο
  • (wèi): κομμάτι