明白 έννοια και προφορά

明白
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

明白 ελληνικός ορισμός

míng bai

  • καταλαβαίνουν

HSK level


Χαρακτήρες

  • (míng): λαμπρός
  • (bái): άσπρο

Παραδείγματα ποινών με 明白

  • 经过你这么一说,我终于明白了。
    Jīngguò nǐ zhème yī shuō, wǒ zhōngyú míngbáile.
  • 这个问题我想了很久才明白。
    Zhège wèntí wǒ xiǎngle hěnjiǔ cái míngbái.
  • 我明白你的意思了。
    Wǒ míngbái nǐ de yìsile.
  • 他说得很明白,我懂了。
    Tā shuō dé hěn míngbái, wǒ dǒngle.
  • 我一直不明白这句话的意思。
    Wǒ yīzhí bù míngbái zhè jù huà de yìsi.