本人 έννοια και προφορά

本人
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

本人 ελληνικός ορισμός

běn rén

  • εγώ ο ίδιος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (běn): αυτό
  • (rén): ανθρωποι