来不及 έννοια και προφορά

来不及
Απλοποιημένη λέξη
來不及
Παραδοσιακή λέξη

来不及 ελληνικός ορισμός

lái bu jí

  • πολύ αργά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (lái): ελα
  • (bù): μην
  • (jí): και

Παραδείγματα ποινών με 来不及

  • 我今天早上起晚了,来不及吃早饭了。
    Wǒ jīntiān zǎoshang qǐ wǎnle, láibují chī zǎofànle.