柜台 έννοια και προφορά

柜台
Απλοποιημένη λέξη
櫃台
Παραδοσιακή λέξη

柜台 ελληνικός ορισμός

guì tái

  • μετρητής

HSK level


Χαρακτήρες

  • (guì): υπουργικό συμβούλιο
  • (tái): σταθμός