植物 έννοια και προφορά

植物
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

植物 ελληνικός ορισμός

zhí wù

  • φυτό

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhí): φυτό
  • (wù): τα πράγματα

Παραδείγματα ποινών με 植物

  • 这种植物我们都没见过。
    Zhè zhòng zhíwù wǒmen dōu méi jiànguò.