湖泊 Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη 湖泊 ελληνικός ορισμός hú pō λίμνη HSK level HSK 6 Χαρακτήρες 湖 (hú): λίμνη 泊 (pō): ταχυδρομείο