满足
                
                
                
                Απλοποιημένη λέξη
                
                
            
                        滿足
                    
                    
                        Παραδοσιακή λέξη
                    
                满足 ελληνικός ορισμός
        
            mǎn zú
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - ικανοποιώ
mǎn zú
- ικανοποιώ
