足 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

足 ελληνικός ορισμός

  • πόδι

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : Su
  • : soldier; servant; to finish; to die; finally; at last; pawn in Chinese chess;
  • : to cajole;
  • : φυλή
  • : arrowhead; sharp;

Παραδείγματα ποινών με 足

  • 我喜欢的运动是:游泳、踢足球。
    Wǒ xǐhuān de yùndòng shì: Yóuyǒng, tī zúqiú.
  • 我和同学们在踢足球。
    Wǒ hé tóngxuémen zài tī zúqiú.
  • 今天晚上有足球比赛。
    Jīntiān wǎnshàng yǒu zúqiú bǐsài.
  • 今年下午有场足球比赛。
    Jīnnián xia wǔ yǒu chǎng zúqiú bǐsài.
  • 昨天的足球比赛,谁赢了?
    Zuótiān de zúqiú bǐsài, shuí yíngle?

Λέξεις που περιέχουν 足, ανά επίπεδο HSK