火药 έννοια και προφορά

火药
Απλοποιημένη λέξη
火藥
Παραδοσιακή λέξη

火药 ελληνικός ορισμός

huǒ yào

  • πυρίτιδα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (huǒ): φωτιά
  • (yào): φάρμακο