物理 έννοια και προφορά

物理
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

物理 ελληνικός ορισμός

wù lǐ

  • φυσικός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (wù): τα πράγματα
  • (lǐ): λόγος