物资 έννοια και προφορά

物资
Απλοποιημένη λέξη
物資
Παραδοσιακή λέξη

物资 ελληνικός ορισμός

wù zī

  • προμήθειες

HSK level


Χαρακτήρες

  • (wù): τα πράγματα
  • (zī): κεφάλαιο