现金 έννοια και προφορά

现金
Απλοποιημένη λέξη
現金
Παραδοσιακή λέξη

现金 ελληνικός ορισμός

xiàn jīn

  • μετρητά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (xiàn): παρόν
  • (jīn): χρυσός

Παραδείγματα ποινών με 现金

  • 我带的现金不太多,但是商店可以刷卡。
    Wǒ dài de xiànjīn bù tài duō, dànshì shāngdiàn kěyǐ shuākǎ.