金 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

金 ελληνικός ορισμός

jīn

  • χρυσός

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : αυτό
  • : πετσέτα
  • : τζιν
  • : τιαντζίν
  • : to boast; to esteem; to sympathize;
  • : evil force;
  • : τέντες
  • : a sash; to tie;
  • : collar; belt; variant of 襟[jin1];
  • : lapel; overlap of Chinese gown; fig. bosom (the seat of emotions); to cherish (ambition, desires, honorable intentions etc) in one's bosom;

Παραδείγματα ποινών με 金

  • 年底公司会给大家发奖金。
    Niándǐ gōngsī huì gěi dàjiā fā jiǎngjīn.
  • 我们年底发了一笔奖金。
    Wǒmen niándǐ fāle yī bǐ jiǎngjīn.
  • 我带的现金不太多,但是商店可以刷卡。
    Wǒ dài de xiànjīn bù tài duō, dànshì shāngdiàn kěyǐ shuākǎ.

Λέξεις που περιέχουν 金, ανά επίπεδο HSK