理解 έννοια και προφορά

理解
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

理解 ελληνικός ορισμός

lǐ jiě

  • κατανόηση

HSK level


Χαρακτήρες

  • (lǐ): λόγος
  • (jiě): λύση

Παραδείγματα ποινών με 理解

  • 在今天,过去的东西我们都不太理解了。
    Zài jīntiān, guòqù de dōngxī wǒmen dōu bù tài lǐjiěle.
  • 这个问题你能理解了吗?
    Zhège wèntí nǐ néng lǐjiěle ma?
  • 你说的跟我理解的正好相反。
    Nǐ shuō de gēn wǒ lǐjiě de zhènghǎo xiāngfǎn.