生育 έννοια και προφορά

生育
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

生育 ελληνικός ορισμός

shēng yù

  • γονιμότητα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shēng): γεννάω
  • (yù): εκπαιδεύσει