登陆 έννοια και προφορά

登陆
Απλοποιημένη λέξη
登陸
Παραδοσιακή λέξη

登陆 ελληνικός ορισμός

dēng lù

  • συνδεθείτε

HSK level


Χαρακτήρες

  • (dēng): σανίδα
  • (lù): γη