看不起 έννοια και προφορά

看不起
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

看不起 ελληνικός ορισμός

kàn bu qǐ

  • περιφρονώ

HSK level


Χαρακτήρες

  • (kàn): κοίτα
  • (bù): μην
  • (qǐ): από