码头 έννοια και προφορά

码头
Απλοποιημένη λέξη
碼頭
Παραδοσιακή λέξη

码头 ελληνικός ορισμός

mǎ tóu

  • αποβάθρα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (mǎ): κώδικας
  • (tóu): κεφάλι