舌头 έννοια και προφορά

舌头
Απλοποιημένη λέξη
舌頭
Παραδοσιακή λέξη

舌头 ελληνικός ορισμός

shé tou

  • γλώσσα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shé): γλώσσα
  • (tóu): κεφάλι