蒸发 έννοια και προφορά

蒸发
Απλοποιημένη λέξη
蒸發
Παραδοσιακή λέξη

蒸发 ελληνικός ορισμός

zhēng fā

  • εξάτμιση

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhēng): ατμός
  • (fā): μαλλιά