规模 έννοια και προφορά

规模
Απλοποιημένη λέξη
規模
Παραδοσιακή λέξη

规模 ελληνικός ορισμός

guī mó

  • κλίμακα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (guī): κανονισμός λειτουργίας
  • (mó): μούχλα