调皮 έννοια και προφορά

调皮
Απλοποιημένη λέξη
調皮
Παραδοσιακή λέξη

调皮 ελληνικός ορισμός

tiáo pí

  • άτακτος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (diào): αρμονία
  • (pí): δέρμα