身体 έννοια και προφορά

身体
Απλοποιημένη λέξη
身體
Παραδοσιακή λέξη

身体 ελληνικός ορισμός

shēn tǐ

  • σώμα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shēn): σώμα
  • (tǐ): σώμα

Παραδείγματα ποινών με 身体

  • 身体生病了,要吃药。
    Shēntǐ shēngbìngle, yào chī yào.
  • 今天我的身体不太舒服。
    Jīntiān wǒ de shēntǐ bù tài shūfú.
  • 我每天早上都去锻炼身体。
    Wǒ měitiān zǎoshang dōu qù duànliàn shēntǐ.
  • 我身体不舒服,发烧了。
    Wǒ shēntǐ bú shūfú, fāshāole.
  • 谢谢你的关心,我的身体好多了。
    Xièxiè nǐ de guānxīn, wǒ de shēntǐ hǎoduōle.