体
體
体 ελληνικός ορισμός
tǐ
- σώμα
tǐ
- σώμα
Επίπεδα HSK
Παραδείγματα ποινών με 体
-
身体生病了,要吃药。
Shēntǐ shēngbìngle, yào chī yào. -
今天我的身体不太舒服。
Jīntiān wǒ de shēntǐ bù tài shūfú. -
我每天早上都去锻炼身体。
Wǒ měitiān zǎoshang dōu qù duànliàn shēntǐ. -
我身体不舒服,发烧了。
Wǒ shēntǐ bú shūfú, fāshāole. -
谢谢你的关心,我的身体好多了。
Xièxiè nǐ de guānxīn, wǒ de shēntǐ hǎoduōle.
Λέξεις που περιέχουν 体, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 2
- 身体 (shēn tǐ) : σώμα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 体育 (tǐ yù) : φυσική αγωγή
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 集体 (jí tǐ) : συλλογικός
- 具体 (jù tǐ) : ειδικός
- 媒体 (méi tǐ) : μεσο μαζικης ενημερωσης
- 体会 (tǐ huì) : εμπειρία
- 体贴 (tǐ tiē) : διακριτικός
- 体现 (tǐ xiàn) : κατοπτρίζω
- 体验 (tǐ yàn) : εμπειρία
- 整体 (zhěng tǐ) : συνολικά
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 大体 (dà tǐ) : γενικά
- 繁体字 (fán tǐ zì) : παραδοσιακά κινεζικά
- 个体 (gè tǐ) : άτομο
- 固体 (gù tǐ) : στερεός
- 简体字 (jiǎn tǐ zì) : απλοποιημένα κινέζικα
- 解体 (jiě tǐ) : αποσύνθεση
- 立体 (lì tǐ) : τρισδιάστατο
- 尸体 (shī tǐ) : νεκρό σώμα
- 体裁 (tǐ cái ) : είδος
- 体积 (tǐ jī) : ενταση ηχου
- 体谅 (tǐ liàng) : διακριτικός
- 体面 (tǐ miàn) : κόσμιος
- 体系 (tǐ xì) : σύστημα
- 团体 (tuán tǐ) : ομάδα
- 液体 (yè tǐ) : υγρό