车库 έννοια και προφορά

车库
Απλοποιημένη λέξη
車庫
Παραδοσιακή λέξη

车库 ελληνικός ορισμός

chē kù

  • γκαράζ

HSK level


Χαρακτήρες

  • (chē): αυτοκίνητο
  • (kù): βιβλιοθήκη