轮船 έννοια και προφορά

轮船
Απλοποιημένη λέξη
輪船
Παραδοσιακή λέξη

轮船 ελληνικός ορισμός

lún chuán

  • βαπόρι

HSK level


Χαρακτήρες

  • (lún): ρόδα
  • (chuán): πορθμείο