船
船 ελληνικός ορισμός
chuán
- πορθμείο
chuán
- πορθμείο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 船
-
坐船旅游。
Zuò chuán lǚyóu. -
你可以坐船去上海。
Nǐ kěyǐ zuò chuán qù shànghǎi.
Λέξεις που περιέχουν 船, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
-
船 (chuán): πορθμείο
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 船舶 (chuán bó) : πλοίο
- 轮船 (lún chuán) : βαπόρι