辅导 έννοια και προφορά

辅导
Απλοποιημένη λέξη
輔導
Παραδοσιακή λέξη

辅导 ελληνικός ορισμός

fǔ dǎo

  • προπόνηση

HSK level


Χαρακτήρες

  • (fǔ): βοηθητική
  • (dǎo): οδηγός