透明 έννοια και προφορά

透明
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

透明 ελληνικός ορισμός

tòu míng

  • διαφανής

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tòu): διά μέσου
  • (míng): λαμπρός