铸造 έννοια και προφορά

铸造
Απλοποιημένη λέξη
鑄造
Παραδοσιακή λέξη

铸造 ελληνικός ορισμός

zhù zào

  • χύσιμο

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhù): εκμαγείο
  • (zào): φτιαχνω, κανω