青少年 έννοια και προφορά

青少年
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

青少年 ελληνικός ορισμός

qīng shào nián

  • έφηβοι

HSK level


Χαρακτήρες

  • (qīng): πράσινος
  • (shǎo): πιο λιγο
  • (nián): έτος