青
青 ελληνικός ορισμός
qīng
- πράσινος
qīng
- πράσινος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 青, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
-
青 (qīng): πράσινος
- 青春 (qīng chūn) : νεολαία
- 青少年 (qīng shào nián) : έφηβοι
-