颠倒 έννοια και προφορά

颠倒
Απλοποιημένη λέξη
顛倒
Παραδοσιακή λέξη

颠倒 ελληνικός ορισμός

diān dǎo

  • αντιστροφη

HSK level


Χαρακτήρες

  • (diān): χτύπημα
  • (dào): ανεστραμμένο