麻醉 έννοια και προφορά

麻醉
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

麻醉 ελληνικός ορισμός

má zuì

  • αναισθησία

HSK level


Χαρακτήρες

  • (má): κάνναβις
  • (zuì): μεθυσμένος