醉
醉 ελληνικός ορισμός
zuì
- μεθυσμένος
zuì
- μεθυσμένος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 醉, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
-
醉 (zuì): μεθυσμένος
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 麻醉 (má zuì) : αναισθησία
- 陶醉 (táo zuì ) : διασκεδάζω