刊
刊 ελληνικός ορισμός
kān
- εφημερίδα
kān
- εφημερίδα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 刊, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 刊登 (kān dēng) : δημοσιεύω
- 刊物 (kān wù) : δημοσίευση