剥
剝
剥 ελληνικός ορισμός
bō
- φλούδα
bō
- φλούδα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 剥, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 剥削 (bō xuē) : εκμεταλλεύομαι